Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

Σκήτη Τιμίου Προδρόμου (Μεγίστης Λαύρας)



Η Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου επονομαζόμενη και Ρουμανική, βρίσκεται σε άγονη, βραχώδη τοποθεσία στο ανατολικότερο άκρο της χερσονήσου του Άθω και σε υψόμετρο 250 μέτρων. Ανήκει στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας από την οποία απέχει περίπου μια ώρα.
Ήδη από τον 15ο αιώνα ήταν ονομαστό κελλί και έφερε το όνομα “Γιαννακόπουλον”. Μέχρι το 1754 δέχθηκε αλλεπάλληλες μετατροπές. Το 1772 το κελλί ανήκε σε Χίους ησυχαστές. Είχε εγκατασταθεί εδώ ο Χίος ιερομόναχος Ιωσήφ με τη συνοδεία του και κατέβαλε προσπάθειες να δώσει σ'αυτό μορφή μικρής μονής. Το κελλί γίνεται πόλος έλξης πολλών μοναχών και καθίσταται κέντρων των Χίων ησυχαστών.
Ο πρώτος Βλάχος που έρχεται να μονάσει στο κελλί είναι ο ιερομόναχος πνευματικός Ιουστίνος, ο οποίος βάζει στόχο να αυξήσει το κελλί και με θείο ζήλο προσπαθεί να το μεταρρυθμίσει σε σκήτη, που να ανήκει στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας. Για τον λόγο αυτό κατέβαλε αμέτρητους κόπους και υπερβολικά έξοδα.
Μετά τον θάνατο του, οι επόμενοι μοναχοί του “Γιαννακόπουλου”, αγνοούντες τις προσπάθειες του, δέχτηκαν το σπίτι σαν κελλί και έτσι συνέχισε να είναι μέχρι το 1817, όταν ο Μητροπολίτης Μολδαβίας Βενιαμίν, αποστέλλει επιστολή στη Μεγίστη Μονή της Λαύρας και κατορθώνει τον Ιούνιο του 1820 να αποσπάσει συμβόλαιο αυτής, αποτελούμενο από 13 άρθρα προς τους Μολδαβούς Γερο-Ποτάπιον και Γρηγόριον, το οποίο αναφέρεται στη μετατροπή του κελλιού σε Σκήτη Μολδαβική.
Όμως ο επόμενος χρόνος το (1821) και τα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν ως το 1830, γίνονται αιτία να ναυαγήσουν όλα τα σχέδια. Λόγω των ανωμάλων καταστάσεων που προέκυψαν από την έκρηξη της Ελληνικής Επαναστάσεως οι δύο ανωτέρω μοναχοί Ποτάπιος και Γρηγόριος, φέροντες μαζί τους το σημαντικό έγγραφο του Εσωτερικού Κανονισμού μετέβησαν στη Μολδαβία, στο Μοναστήρι Νεαμτζουλούη, όπου και απεβίωσαν. Εν τω μεταξύ η Κυρίαρχος Μονή παραχωρούσε το σπίτι σε διάφορους Μοναχούς σαν κελλί.
Και φθάνουμε στα 1852 όταν δύο Μολδαβοί, ο Νήφων και ο Νεκτάριος αγοράζουν από την Κυρίαρχο Μονή το κελλί με το ποσό των 7000 γροσιών. Σύντομα χάρις ελέους επισκέπτονται τη Μολδαβία, όπου πληροφορούνται οτι το έγγραφο του 1820 βρίσκεται στη Μονή Νεαμτζουλούη. Αφού του πήραν το έδειξαν στον τότε ηγεμόνα Γρηγόριο Γκίκα και του εξήγησαν τα της υποθέσεως. Την 19η Απριλίου 1852, ο Μητροπολίτης Μολδαβίας Σωφρόνιος, σαν εκπρόσωπος του Ηγεμόνα και των δύο μοναχών, απέστειλε επιστολή στη Μεγίστη Λαύρα με την οποία ζητούσε “όπως παραδεχθή την περί εκ νέου συστάσεως της Σκήτης ταύτης γενομένην δι'εμού πρότασιν των ευσεβών Μολδαβών, επικυρούσα και αύθις τα δικαιώματα της δυνάμει του προμνημονευθέντος ενσφραγίστου εγγράφου της, όπερ διατηρείται εισέτει ανέπαφον παρ'ημίν ενταύθα”.
Η Μονή Μεγίστης Λαύρας, αφού κάλεσε τους Νήφωνα και Νεκτάριο συνέταξε στις 24 Σεπτεμβρίου 1852 έγγραφο αποτελούμενο από 4 άρθρα με το οποίο ονόμαζε το κελλί Μολδαβική Σκήτη. Το γεγονός αυτό ανήγγειλαν οι πατέρες στον ηγεμόνα Γκίκα, ο οποίος διέταξε να χορηγούνται ετησίως 300 φλωρία.
Σε νέα τους μετάβαση στη Μολδαβία οι Νήφων και Νεκτάριος πέτυχαν την έκδοση από τον ηγεμόνα του υπ'αριθμ. 7134 της 14ης Δεκεμβρίου 1855 χρυσοβούλλου με το οποίο η Σκήτη ονομαζόταν ρουμανική. Στη συνέχεια ο Γκίκας έγραψε στον Οικουμενικό Πατριάρχη ζητώντας την έκδοση σιγιλλίου, το οποίο εξεδόθη τον Ιούνιο του 1856 επί Κυρίλλου Ζ΄
Την 15η Μαρτίου 1857 θεμελιώνεται το Κυριακό από τον Δικαίο της Σκήτης Νήφωνα, ο οποίος απέστειλε δύο αδελφούς στον ηγεμόνα και στον Μητροπολίτη Βλαχίας να αναγγείλουν την έναρξη της ρουμανικής Σκήτης. Αυτοί μετά την άφιξη τους, τον Απρίλιο του 1857. έκαναν έκκληση προς όλο το ρουμανικό έθνος, ζητώντας συνδρομή για τη ρουμανική Σκήτη του Άθω. Τότε ο ηγεμόνας Αλέξανδρος Δημητρίου Γκίκας προσέφερε 500 φλωρία και μέσα σε δύο χρόνια συγκεντρώθηκαν 4.226 φλωρία και πολλά αφιερώματα.
Με την πάροδο του χρόνου συγκεντρώθηκαν και άλλοι Μοναχοί ρουμάνοι, οι οποίοι υπερτερήσαντες των Μολδαβών άρχισαν να εγείρουν αξιώσεις και να απαιτούν από τον Δικαίο και κτίτορα τη Σκήτης Νήφωνα, να εξαλειφθεί το Μολδαβικό όνομα αυτής και να μεταβληθεί σε Ρουμανικό Κοινόβιο. Επειδή ο Νήφων δεν δέχτηκε αυτή την πρόταση, διαιρέθηκαν οι μοναχοί της Σκήτης σε δύο ομάδες. Βλάχους και Μολδαβούς. Τότε ο Νήφων αφήνει τοποτηρητή τον Πνευματικό Καλλίνικο και μαζί με τον Νεκτάριο αναχωρεί για το Ιάσιο, όπου παρέμεινε τρία χρόνια εισπράττοντας ελέη για τη Σκήτη. Κάθε φορά που οι πατέρες έγραφαν σ'εκείνον, σαν Δικαίο, να επιστρέψει, αυτός έστελνε την παραίτηση του. Τελικά το 1870 μετά την αποστολή και της τρίτης παραιτήσεως, αναγκάζονται οι πατέρες και με προτροπή του Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας να εκλέξουν Δικαίο τον αρχηγό των Βλάχων, Δαμιανό.
Ο Δαμιανός έχοντας την υποστήριξη του Ρουμάνου ηγεμόνα Καρόλου Α΄ μετατρέπει αυθαίρετα τη Σκήτη σε μονή (1881) και όταν επιστρέφει ο Νήφων με 35 Μολδαβούς, ο Δαμιανός του αποκλείει την είσοδο. Μετά την ανακήρυξη του Καρόλου σε βασιλιά, ο φυλετισμός στη Σκήτη και οι αυτονομιστικές ενέργειες βρίσκονται σε έξαρση. Αυτός είναι ο λόγος που η Κυρίαρχος Μονή ζητά την επέμβαση του Πατριαρχείου και την εκδίκαση της υπόθεσης από αυτό. Έτσι συνοδικό έγγραφο, υπογεγραμμένο κι από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄(Ιούλιος 1881) επικυρώνει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Μεγίστης Λαύρας επί της Σκήτης και αναγνωρίζει τα πρωτεία των Μολδαβών – ιδρυτών της Σκήτης. Τέλος το 1882 υπογράφεται συμφωνία μεταξύ της Λαύρας επί της Σκήτης όπου τονίζεται ο εξαρτηματικός χαρακτήρας της δεύτερης και καταργείται η διάκριση μεταξύ Μολδαβών και Βλάχων. Η Σκήτη ορίζεται ως “Βλαχομολδαβική” και λίγο μετά ως “Ρουμανική”.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Σκή θα βρίσκεται σε ακμή και θα αριθμεί 105 μοναχούς (30 Τρανσυλβανούς, 50 Ρουμάνους, 25 Μολδαβούς). Θα οργανώσει μεγάλα έργα, όπως τη διώρυξη σήραγγας στον αρσανά της, στον Ακράθω. Τη δημιουργία μουσείου, εικονογραφείου καθώς και άλλων εργαστηρίων.
Σήμερα εγκαταβιούν εκεί 25 μοναχοί Ρουμανικής καταγωγής.
Το Κυριακό της Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου βρίσκεται στον μέσον της αυλής. Έχει μήκος 30 μέτρα και ύψος 18. Είναι αφιερωμένο στη βάπτιση του Χριστού.
Είναι αγιορείτικου ρυθμού εξ ολοκλήρου αγιογραφημένο από Ρουμάνους ζωγράφους το 1863, με τρεις τρούλλους και εξωνάρθηκα. Φυλάσσονται τα άγια λείψανα διαφόρων αγίων και εικόνες μεταξύ των οποίων η Παναγία η Αχειροποίητος.
Ο εξωνάρθηκας περικλύεται με περίτεχνο τζαμωτό. Σε χώρο πάνω από τον εξωνάρθηκα, στεγάζεται το σκευοφυλάκιο της Σκήτης με αρκετά μεγάλο αριθμό κειμηλίων.
Οι πτέρυγες της Σκήτης Τιμίου Προδρόμου, σχηματίζουν ορθογώνιο. Στη διώροφη δυτική πτέρυγα βρίσκεται η είσοδος της Σκήτης με το καμπαναριό ύψους 25 μέτρων, παρεκκλήσι, καθώς και το αρχονταρίκι, η τράπεζα, το μαγειρείο.
Στη μονόροφη ανατολική πλευρά σε αυτοτελές κτίσμα, η βιβλιοθήκη, ο φούρνος και το ξυλουργείο.
Η βιβλιοθήκη αριθμεί 5000 έντυπα βιβλία, τα περισσότερα του 19ου αιώνα και γραμμένα στην Ρουμανική γλώσσα. Διαθέτει και 130 χειρόγραφα.
Στη Νότια πτέρυγα κτισμένη το 1882 είναι τα κελλιά των μοναχών, το Συνοδικό, το γραφείο του Δικαίου και το Νοσοκομείο. Στην εξωτερική πλευρά βρίσκεται ο ναός του Τιμίου Προδρόμου από το αρχικό Κελλί και πρώτο Κυριακό της Σκήτης. Στη Βόρεια Πτέρυγα βρίσκονται κελλιά για μοναχούς και ένα παρεκκλήσιο.
Στη Σκήτη, πλην του Τιμίου Ξύλου υπάρχουν και τα εξής λείψανα: του Τιμίου Προδρόμου, του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του Αγίου Χαραλάμπους, του Αγίου Κλήμενος, των Αγίων Μαρτύρων Μηνά και Βίκτωρος, αίμα του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, Τμήμα Λίθου του Παναγίου Τάφου κλπ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου